Η επόμενη δουλειά που βρήκε η Σαμπρίνα απ την Αμπχαζία ήταν σε συνεργείο καθαρισμού
Η δουλειά δεν απαιτούσε ιδιαίτερες γνώσεις, απλά θα έμπαινε σε πολυκατοικίες και θα σκούπιζε και θα σφουγγάριζε τις σκάλες Πρώτη μέρα στην δουλειά και καθώς δούλευε σκυφτή στην είσοδο μπήκε ένας ένοικος του κτιρίου και της έπιασε τον πισινό. Αμέσως σηκώθηκε όρθια έτοιμη να τον βρίσει και αν τονχ τυπήσει αλύπητα σύμφωνα με τα έθιμα του νοτίου Καυκάσου απ όπου προερχόταν , όμως πρόλαβε και θυμήθηκε πως η καταπολέμηση της αδικίας ήταν η αιτία που έμεινε άνεργη χάνοντας τις δυο προηγούμενες δουλειές της Κοίταξε τον ένοικο. Ήταν ένας 50χρονος έλληνας απ τους γνωστούς φτωχομπινέδες που δημιούργησε η κρίση. Το ντύσιμο του θύμιζε 19χρονο. Πόλο μπλουζάκι, βερμουδίτσα και χιπστερ μουσι πολύ μακρύ
"Είσαι φίνο γκομενάκι εσύ και θέλω να σε γαμήσω όπως γαμά εμένα το αφεντικό μου στην δουλειά και οι πολιτικοί στην δουλειά. Και όπως εγώ υποτάσσομαι στους ανωτέρους μου κοινωνικά και δεν βγάζω μιλιά έτσι και συ ως βρωμοπροσφυγοπούτανο θέλω να μου υποταχθείς" της είπε χαρίζοντας της παράλληλα το πιο γλυκό του χαμόγελο
Στο τσαντάκι που χε περασμένο στην μέση της έκρυβε το πιστόλι της, αυτό με το οποίο πυροβολούσε στα γόνατα πάντα όσους αδικούσαν στην καθημερινή ζωή άλλους . Έκανε να το ανοίξει αλλά δίστασε. Δεν ήθελε να χάσει και αυτή την δουλειά γιατί η μάνα της στο Σοχούμι περίμενε τέλος του μήνα τα λεφτά που της έστελνε Αντ αυτού σήκωσε το πόδι της και του ριξε μια κλωτσιά στα αχαμνά Ο τρέντυ γκομενιάρης 50χρόνος διπλώθηκε σφαδάζοντας. Η Σαμπρινα δουλικά του άνοιξε την πόρτα απ το ασανσερ , τον έβαλε μέσα, έτσι διπλωμένος στα δυο όπως προχωρούσε με τα χέρα στα αχαμνά του και του είπε με μια γλυκιά υποτακτική φωνή -Ως μετανάστρια και ως γυναίκα οφείλω να είμαι πρόθυμη στις ορέξεις σας και να σας δώσω και τον μισθό μου αν θέλετε. Πάντα στην διάθεση σας χαρισματικέ απ τον θεό έλληνα -Θα μου το πληρώσεις σκύλα, ψέλλισε με δυσκολία απ τον πόνο ο 50χρόνος -Καλά, τράβα στην γυναίκα σου τώρα και όταν ξαναγίνεις άντρας σε πληρώνω, του είπε και του κλεισε την πόρτα απ το ασανσέρ
Συνέχισε την δουλειά της , σκουπίζοντας και σφουγγαρίζοντας τον κάθε όροφο. Φτάνοντας στον τρίτο όροφο άκουσε φωνές από το οροφοδιαμέρισμα.
Ήταν η μέρα που βγήκαν οι βάσεις για τις πανελλαδικές εξετάσεις και απ ότι κατάλαβε απ τις φωνές οι γονείς, γυναίκα και άντρας φωνάζαν αγρίως στον μικρό γιο τους επειδή δεν κατάφερε να εισαχθεί σε κάποια σχολή -Μα διάβαζα 14 ώρες την μέρα, έλεγε το παιδί με βουρκωμένη φωνή -Να διάβαζες περισσότερο ρε αλήτη, του απαντούσε ο πατέρας του και του ρίχνε σφαλιάρες -Μην με βαρας μπαμπά , δεν άντεχα , το κεφάλι κόντευε να σπάσει -Ανεπρόκοπε , ακαμάτη, τι θα πω εγώ στις φίλες μου τώρα που δεν πέρασες πουθενα; έλεγε η μάνα του -Πρεζάκι θες να καταντήσεις; Για αυτό δεν πέρασες πουθενά; Αμ δεν θα προλάβεις. Καλύτερα να σε σκοτώσω πουστάρα -Κοίτα , κοίτα χάλια, τι θα λέει ο κόσμος που θα σε βλέπει στον δρόμο; Όλοι σου οι φίλοι πέρασαν πανεπιστήμιο και συ τίποτα. Ένας άχρηστος είσαι. Αυτό θα λένε και θα χουν και δίκιο Το παιδί ξέσπασε σε κλάμματα -Σας παρακαλώ γιατί μου το κάνετε αυτό; τους φώναζε -Παρακαλάς; ούρλιαξε ο πατέρας του, πούστης μου γινες και παρακαλας; του πε και ξεκίνησε να τον βαράει
Η Σαμπρίνα ακούγοντας τις κραυγές του παιδιού δεν άντεξε. Έφερε το χέρι στο τσαντάκι της. Άνοιξε το φερμουάρ και έβγαλε την πιστόλα της.
Να πα να γαμηθεί και το μεροκάματο. Εδω βρισκόταν ενώπιον μια ολοφάνερης άσκησης ψυχολογικής και σωματικής βίας πάνω σε ένα παιδί απ τους γονείς του Σημάδεψε την κλειδαριά της πόρτα του διαμερίσματος και πυροβόλησε.. Η θωρακισμένη για τον φόβο αλβανών και ρουμάνων διαρρηκτών ποόρτα των 3500 ευρώ άνοιξε αμέσως. Η Αμπχάζια γυναίκα περπάτησε αργά ως το σαλόνι όπου η φαντασμένη ψευτοαριστοκράτισσα μάνα και ο νταής πατέρας βασάνιζαν το παιδί τους επειδή δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει τα δικά τους "θέλω" Στάθηκε απέναντι τους σημαδεύοντας τους Αμέσως κατάλαβε πως μπροστά της είχε τον 50 χρόνο χιπστερ που την είχε χουφτώσει στην είσοδο Χαμογέλασε πιάνοντας με τα δυο πόδια της την καραπιστόλα της -OOOOOh make my day you filthy fucking bloody bitch, ψιθύρισε κοιτώντας τον άθλιο ελληναρα. Την είχε ακούσει σε μια ταινία που έβλεπε στην τηλεόραση την ατάκα και θεώρησε πως θα έμοιαζε σπουδαία αν την έλεγε. Σημάδεψε το γόνατο του, αλλά πριν πυροβολήσει έσπασε το τακούνι απ την γόβα της αναγκάζοντας την να χάσει την ισορροπία της, εν τούτοις η σφαίρα βγήκε από το όπλο της και καρφώθηκε κάνοντας θρύψαλα ένα από τα πολλά και ακριβά μπιμπελό που υπήρχαν στο σαλόνι Η γυναίκα βλέποντας το μπιμπελό της να καταστρέφεται κόντεψε να λιποθυμήσει και ξέσπασε σε λυγμούς Η Σαμπρίνα κατάλαβε πως στο εν λόγο σπιτικό μια σφαίρα σε αντικείμενα μεγάλης αξίας τους πονούσε περισσότερο απο μια σφαίρα στα γόνατα. Βρήκε την χαρά της και ξεκίνησε να σημαδεύει και να ρίχνει πάνω σε πίνακες ζωγραφικής, ακριβά βάζα, μπουκάλια με πράσινο ακριβό ουίσκι, στο ίνοξ τεράστιο ψυγείο, στο τεραστίων διαστάσεων home cinema Η γυναίκα έπαθε δύσπνοια απ τις άνανθες κραυγές που έβγαζε κάθε φορά που και ένα αντικείμενο κατέληγε σε θρύψαλα -Σε παρακαλώ , της είπε κλαίγοντας, πυροβόλα τον γιο μας ή εμάς όχι τα αντικείμενα , δώσαμε μια περιουσία για να τα αποκτήσουμε ,της είπε πριν λιποθυμήσει Ο 50χρόνος την κοίταξε και της όρμηξε με φόρα να την κτυπήσει και αν της πάρει το όπλο, όμως ο γιος του απλά έβαλε το πόδι του αναγκάζοντας τον να σκοντάψει και να πέσει στο πάτωμα αναίσθητος. Μετά κοίταξε την Σαμπρίνα και της χαμογέλασε -Φύγε, της είπε -Εσύ αγόρι μου τι θα κάνεις; Πως θα συνεχίσεις να ζεις μ αυτά τα τέρατα; -Δεν είναι τέρατα. Φαντασμένοι φιλελεύθεροι είναι -Ακόμα χειρότερα. Δεν γίνεται να ζεις εδώ μέσα Ο μικρός πήγε στο δωμάτιο και επέστρεψε με έναν σάκο στην πλάτη και ένα χαμόγελο ως τα αυτιά -Εγώ κυρία Σαμπρίνα μπορεί να μην πέρασα πουθενά. Πέρασε όμως η κοπελιά μου. Θα παντρευτούμε ξες μια μέρα. Θα πάει Αθήνα και ήδη βρήκα δουλειά ως dj σε 3 μαγαζιά κάτω. Βασικά δεν βρήκα, με βρήκανε και με παρακαλάνε να πάω -Δεν μου ακούγεται και άσχημη ιδέα -Θα είναι αν δεν βιαστώ το κτελ φεύγει σε μια ώρα και πρέπει να προλάβω. είπε και έφυγε τρέχοντας Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο της Σαμπρίνας που μονολόγησε -Όπως και να χει η νέα γενιά πάντα βρίσκει τον δρόμο της ...μετά συνειδητοποίησε πως τα χρόνια περνούσαν και ακόμη δεν είχε βρει τον άντρα της ζωής της που θα την έκανε να τον ερωτευτεί...ζήλεψε προς στιγμήν τα δυο πιτσιρίκια που ξεκινούσαν ν κατακτήσουν την ζωή τους, στην Αθήνα Μετά τον τσαμπουκά στο ταχυφαγείο(βλέπε εδώ) η Sabrina έμεινε πολύ καιρό άνεργη. Για καλή της τύχη όμως την φώναξαν σε ένα χωριό στα Γρεβενά από μια ταβέρνα να δουλέψει στο πανηγύρι τον 15Αύγουστο Η Sabrina γεννήθηκε στην Αμπχαζία από φτωχούς γονείς . Μετά τις τελευταίες εχθροπραξίες της χώρας της με την Γεωργία αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Ελλάδα Ο πατέρας της σκοτώθηκε κατά την εισβολή Γεωργιανών δυνάμεων στο χωριό της. Μετά από αυτό η μητέρα της συγκέντρωσε ότι οικονομίες είχε και τις έδωσε στην κόρη της με την ευχή της να μεταναστεύσει στην Ελλάδα και να βρει μια καλύτερη τύχη ...δυστυχώς ο ερχομός της Sabrina στην χώρα των λαμόγιων δεν προμήνυε όσα η ίδια φανταζόταν για την χώρα που γέννησε την φιλοσοφία, τον πολιτισμό και την Δημοκρατία ....αυτή είναι η ιστορία της Το δίχως άλλως , πήγε στην ταβέρνα και ξεκίνησε να δουλεύει Σέρβιρε τους χωριανούς που γιορτάζαν και διασκεδάζαν Εκεί βρισκόταν και ο Πετλιούρας Μπαντοσβαλάρας, ο πλουσιότερος του χωριού και της περιφέρειας, με 11.000 γίδια στην κατοχή και άλλα 30.000στρέμματα. Οι πάντες τον λογούσαν ως τον καλύτερο της περιοχής και τον εκλεκτότερο του νομού Ο Πετλιούρας όλο το βράδυ έβλεπε την σερβιτόρα Sabrina να κινείται μέσα στο στενό κοντό της μίνι και έτριβε πονηρά το μουστάκι...δίχως να λαμβάνει σοβαρά την οργή την γυναίκα του που τον είχε πάρει ήδη χαμπάρι, ούτε και τον γιο του που ήταν κάτι σαν τον Κώστα Μπακογιάννη του νομού των Γρεβενων. Στο χωριό βρισκόταν και μια παρέα πάνκηδων , παιδιά φτωχότερων κτηνοτρόφων που θέλαν να αποδομήσουν την κιτσαρία του κλαρίνου και της φιγούρας των χωριανών. Χωθήκαν λοιπόν στον χορό και με τρόπο με τις αρβύλες πατούσαν τους κλαρινογαμπρούς και τις τοπικές κοκέτες που πλασσάραν το σώμα τους ως εμπόρευμα προς θέα στην αναζήτηση κάποιου καλού γαμπρού Η σε Sabrina , προερχόμενη απ τα βάθη της Αμπχαζίας και του Καυκάσου, θεώρησε μέρος της ιεροτελεστίας την κίνηση των πάνκηδων και την θεώρησε ως το πιο διασκεδαστικό και απελευθερωτικό κομμάτι του παραδοσιακού γλεντιού. . Παράτησε τον δίσκο και χώθηκε στον χορό μαζί τους , καταστρέφοντας καλάμια χωριανών Ο Πετλιούρας πάλι καιγόταν από τον πόθο. Σηκώθηκε να χορέψει κοντά στην Sabrina, όμως οι πάνκηδες με τις δήθεν τυχαίες κλωτσιές τους τον ξαπλώσαν κάτω. Η καρδιά του, η οποία σε αντίθεση με την τσέπη του δεν ήταν και τόσο πλούσια δεν άντεξε. Άρχισε να βαριανασαίνει και να βογγά. Μέχρι η γυναίκα του με τον φερέλπι πολιτευτή γιο του να τον πλησιάσουν ξεψύχησε Η τρελή βλαχοπλούσια αντί να κλάψει για τον άντρα της κοίταξε την Sabrina και άρχισε να φωνάζει "φόνισα , φόνισα" και τις όρμηξε. Την ακολούθησαν όλες οι γυναικές του χωριού στο λυντσάρισμα της Αμχάζιας σερβιτόρας, όχι γιατί θεωρούσαν πως η πλούσια είχε δίκιο, αλλά γιατί ελπίζαν πως βοηθώντας την να τελέσει μια αδικία ίσως να κερδίζαν κάποιο μπουρμπουάρ απ αυτήν Μόλις και μετά βίας η Sabrina κατάφερε να ξεφύγει απ τις κάρχιες και να απομακρυνθεί απ το χωριό, χάνοντας και το μεροκάματο απ τον κόπο της.... "Όχι" , σκέφτηκε, δεν θα άφηνε κανέναν να την αδικήσει. Και επειδή πλέον είχε γνωρίσει απ την καλή τον ελληνικό εργασιακό παράδεισο, είχε από νωρίς λάβει τα μέτρα της. Κίνησε προς το δάσος και τράβηξε από μαι κρυψώνα τον οπλισμό. Στην Ελλάδα αν ήθελες να δουλέψεις συνήθιζε να λέει , πρέπει να πηγαίνεις με περισσότερα όπλα στο μαγαζί απ όσα έχει το αφεντικό σου, μόνο έτσι ίσως να μην αδικηθείς και να μην σε ρίξουν στην πληρωμή Μπήκε στο πανηγύρι ξανά γαζώνοντας με το οπλοπούβόλο της στον αέρα. Κανείς δεν φοβήθηκε. -Θέλω τον μισθό μου, φώναξε -Δεν θα πληρωθείς γιατί είσαι μετανάστρια, της φώναξε το αφεντικό -Αν πέσω στα γόνατα και σε παρακαλέσω, του πε η Sabrina -Εννοείται πως θα πέσεις και θα με παρακαλάς να σε δείρω μόνο 5 ώρες αντί για όλη μέρα, της αντιγύρισε το αφεντικό -Ρε μαλάκα το ότι σε σημαδεύω με πολυβόλο δεν σου λέει τίποτα; τον ρώτησε -Βλέπεις κανείς να φοβάται; Και τι να λέει το πολυβόλο; Αφού είσαι μετανάστρια. Στην Ελλάδα είσαι καισ την Ελλάδα δεν πεθαίνουν οι νοικοκυραίοι αλλά οι μετανάστες Η Sabrina του έριξε μια ριπή στα γόνατα ρίχνοντας τον κάτω. Το αφεντικό άρχισε να ουρλιάζει και να μονολογεί -Τα πόδια μου, έχασα τα πόδια μου , πονάω χωριανοί Ένας από τους χωριάνους που κοιτούσαν το σκηνικό του φώναξε -Τώρα που είσαι σακάτης και άχρηστος μου πουλάς 100 ευρώ την ταβέρνα; Η Sabrina δεν πίστευε στα αυτιά της. Το χωριό δεν ήταν μόνο φασίστες και ρατσιστές με τους ξένους αλλά και μεταξύ τους. Γύρισε και γάζωσε και τα γόνατα του επίσης πονηρού χωριάτη που θέλησε να φάει την ταβέρνα κοψοχρονιά εκμεταλλευόμενος την ατυχία του συνφασίστα ταβερνιάρη. Τότε ήταν που ο γιος του Πετλιούρα, ο τοπικός πολιτικάντης του νομού με το ατσαλάκωτο ίματζ κάλεσε τους χωριανούς την τρομοκράτισα και όλο το χωριό όρμησε στην Sabrina Τι να λιντσάρεται γατάκια. Δεν είμαστε πλέον στα 90ς όπου περνούσαν απ το χωριό τα καραβάνια των εξαθλιωμένων Αλβανών και οι χωριανοί με την αστυνομία τους δέρναν, τους κλέβαν τις οικονομίες και τους εκδίδαν πίσω στις χώρες τους
Η Sabrina σχετικά γρήγορα είχε αποκτήσει τα απαραίτητα αντισώματα στον καπιταλισμό και την εξουσία και αντιδρούσε δραστικά Απ όσους τρέξαν προς το μέρος της να την λυντσάρους, κατάφερε να τους γαζώσει τα γόνατα με αποτέλεσμα κανεις να μην την πλησιάσει Τις τέλειωσαν οι σφαίρες όταν είδε τον πολιτικάντη γιο του Πετλιούρα με δυο πιστόλια να την σημαδεύει και να την πλησιάζει με αργό βήμα -Θα γίνω ήρωας. Στον ΣΚΑΙ θα λένε νεαρός βουλευτής συλλαμβάνει αναρχικιά Αμπχάζια που αιματοκύλισε το φιλήσυχο πανηγύρι -Φοράς μεηκ απ; τον ρώτησε κοιτώντας τον καλύτερα, ρε ξεφτίλα έβαλες μεηκ απ στο πρόσωπο για να φαίνεσαι νεότερος; -Να μην σε νοιάζει. Εσύ είσαι μια μετανάστρια, μια ανειδίκευτη, μια βρωμιάρα... ...δεν συνέχισε γιατί ένα παλούκι προσγειώθηκε στο πίσω μέρος του κεφαλιού του. Πέφτοντας κάτω η Sabrina αντίκρυσε την παρέα με τους πάνκηδες να κρατάνε καδρόνια στα χέρια Της κλείσαν πονηρά το μάτι και κατά ένα τρόπο προσπάθησε και αυτή να κλείσει πονηρά και μαγκιόρικα το μάτι με αποτυχημένο ομολογουμένως τρόπο Η Sabrina γεννήθηκε στην Αμπχαζία από φτωχούς γονείς . Μετά τις τελευταίες εχθροπραξίες της χώρας της με την Γεωργία αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στην Ελλάδα Ο πατέρας της σκοτώθηκε κατά την εισβολή Γεωργιανών δυνάμεων στο χωριό της. Μετά από αυτό η μητέρα της συγκέντρωσε ότι οικονομίες είχε και τις έδωσε στην κόρη της με την ευχή της να μεταναστεύσει στην Ελλάδα και να βρει μια καλύτερη τύχη ...δυστυχώς ο ερχομός της Sabrina στην χώρα των λαμόγιων δεν προμήνυε όσα η ίδια φανταζόταν για την χώρα που γέννησε την φιλοσοφία, τον πολιτισμό και την Δημοκρατία ....αυτή είναι η ιστορία της Στην Ελλάδα όσο και αν προσπάθησε , η μόνη δουλειά που μπόρεσε να βρει ήταν delivery στο ταχυφαγείο της γειτονιάς Απ την πρώτη μέρα το αφεντικό της της εξήγησε πως η ΕΕ και η κυβέρνηση έιχαν ένα σύστημα πληρωμών , όπου εξαναγκάζαν μεν τα αφεντικά να βάζουν παραπάνω λεφτά απ τον βασικό μισθό στην τράπεζα και την μέρα της πληρωμής να λάμβανε τα έξτρα λεφτά ο εργαζόμενος και να τα επέστρεφε στο αφεντικό "Είναι ένα πολύ ωραίο κόλπο ώστε να κινηθεί το χρήμα και να χτυπηθεί η κρίση", εξηγούσε το αφεντικό στην άμαθη από καπιταλιστική εργοδοσία και ελληνική εργοδοτική κλεπτομανία Sabrina Έτσι για έξι μήνες , έστελνε την μαθημένη στην μπέσα και την αξιοπρέπεια των προ-καπιταλιστικών δομών του Νότιου Καυκάσου , Sabrina, συνοδεία του Μιχαλάκη, ενός συνοικιακού μπράβου να λαμβάνει από το atm τον βασικό μισθό της και να δίνει ένα μέρος αυτού στον Μιχαλάκη Μ αυτόν τον τρόπο το αφεντικό της και τσιμπούσε επιδοτήσεις, μιας και φαινόταν πως πλήρωνε τα νόμιμα , αλλά και τα νόμιμα δεν πλήρωνε Για το αφεντικό , τον Μιχαλάκη και τον Μανωλάκη , τον ψητά και προσωπικό ρουφιάνο του αφεντικού, τον πρώτο καιρό η Sabrina , ήταν μια γλυκούλα ύπαρξη. Μετά τον πρώτο μήνα, όταν τόλμησε η κοπέλα να μη τους κάτσει όταν της ζητήθηκε να της κάνουν έρωτα, μετατράπηκε σε "μαλακισμένη", "πουτανάκι" και άλλα τέτοια όμορφα Φυσικά φροντίζαν να της κάνουν την ζωή δύσκολη πάνω στην δουλειά. Όμως η Sabrina χρειαζόταν τα λεφτά και τα υπέμενε όλα. Χωρίς βέβαια να χει ενημερώσει κανέναν στον ελεύθερο χρόνο της μάθαινε να διαβάζει και να γράφει ελληνικά. Κάποια στιγμή που ήταν αρκετά ικανή να διαβάζει και να καταλαβαίνει , έψαξε και βρήκε την νομοθεσία αλλά και στο ίντερνετ αρκετές καταγγελίες άτυπων αναρχικών εργατικών σωματείων και ομάδων για την κλεψιά που προέβαιναν αρκετά αφεντικά προς τους εργαζόμενους τους με το να υφαρπάζουν μέρος του μισθού τους απ τα ATM Για την γαλουχημένη σε προ-καπιταλιστικα ήθη Sabrina, η κοροϊδία έπρεπε να απαντηθεί μόνο με τον μοναδικό τρόπο που γνώριζαν οι λαοί του νοτίου Καυκάσου Μπούκαρε στο μαγαζί κρατώντας ένα πιστόλι. Ανάγκασε το αφεντικό, τον Μανωλάκη τον ρουφιάνο και τον συνοικιακό μπράβο Μιχαλάκη, να σκουπίζουν όλο το βράδυ με την γλώσσα τους , ξανά και ξανά τα πατώματα του μαγαζιού
Προς το ξημέρωμα που άρχισε να νυστάζει και δεν είχε πλέον πλάκα το θέαμα, ανάγκασε το αφεντικό να της δώσει απ το ταμείο όσα της είχε κλέψει τόσο καιρό, συν τα ένσημα που έλεγε πως της κολλάει και δεν της κολλούσε (ενώ δούλευε 25 μέρες τον μήνα της κολλούσε δυο ένσημα την εβδομάδα) Μετά κίνησε προς την πόρτα. Τους καλημέρισε και έκανε να φύγει. Το αφεντικό την απείλησε πως θα του το πληρώσει. Τότε τον σημάδεψε στο πόδι και του πε -Μείνε για πάντα ανάπηρος , για να μάθεις πότε πρέπει και πότε δεν πρέπει να μιλας Πάτησε την σκανδάλη και η σφαίρα τον βρήκε σ το γόνατο -Τώρα αντί για επιδότηση απ τον ΟΑΕΔ , θα παίρνεις επίδομα αναπηρίας ρε μπαγάσα, του πε γελώντας και βγήκε έξω Το παγωμένο αεράκι της μαστίγωσε το πρόσωπο Ήθελε όσο τίποτα άλλο να φάει μια μπουγάτσα Ο ήλιος έβγαινε σιγά σιγά πάνω απ την πόλη Οι άνθρωποι του μόχθου και την εργασίας κινούσαν για τις δουλειές τους , την ώρα που οι κλαρινογαμπροί επέστρεφαν απ τις κραιπάλες τους Έκατσε στο συνοικιακό μπουγατσατζίδικο και απολάμβανε το γλυκύτατο έδεσμα αλλά και το γεγονός πως για πρώτη φορά η τσέπη της ήταν γεμάτη λεφτά |
Details
AuthorWrite something about yourself. No need to be fancy, just an overview. ArchivesCategories |